ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Η περιοδεία του Καποδίστρια στην Κορινθία, ο ταχυδρόμος Καρδαράς, ο Κολοκοτρώνης και η ουρά του ποντικού

Όσα εκτυλίχθηκαν μεταξύ Κορίνθου και Νεμέας, ενδεικτικά της ταπεινότητας του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, της οξυδέρκειας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και της δουλοπρέπειας του φτωχού και ρακένδυτου ελληνικού λαού που ονειρευόταν λαμπροφορεμένους ηγέτες

Συμπληρώνονται φέτος 189 χρόνια από εκείνη την Κυριακή της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, που ενώ ο Καποδίστριας μετέβαινε στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος για να παρακολουθήσει τον Όρθρο και τη Θεία Λειτουργία, συνάντησε τους Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, οι οποίοι, αφού τον χαιρέτησαν, τον παραφύλαξαν στη στενή είσοδο της εκκλησίας και τον δολοφόνησαν άνανδρα.

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Τερματίστηκε έτσι η ζωή και το έργο μίας από τις διαπρεπέστερες πολιτικές και διπλωματικές μορφές της Ευρώπης, που κυριάρχησε στις αρχές του 19ου αιώνα. Οι συνέπειες από τον βίαιο τερματισμό της ζωής αυτής της εξέχουσας φυσιογνωμίας, βαρύνουν ακόμη και σήμερα δυσμενώς την χώρα μας, αφού έκτοτε δεν έχει αναδειχθεί άλλη πολιτική προσωπικότητα που να συγκεντρώνει τέτοιες αρετές: Τιτάνιο έργο, απαράμιλλη αυταπάρνηση, πολιτική οξύνοια, διπλωματική διορατικότητα, ψυχική ευγένεια, εσωτερική καλλιέργεια και υψηλό παιδαγωγικό ιδεώδες.

Περιοδείες στην επαρχία

Ο Καποδίστριας στη θητεία του ως Κυβερνήτης της Ελλάδος πολλές φορές περιόδευε στην επαρχία, ώστε να λαμβάνει ιδίαν άποψη για τις ανάγκες του λαού, αλλά και να μελετά τα ήθη και τα έθιμα, τις επιθυμίες και τα παράπονα των ανθρώπων ώστε να οργανώνει όσο το δυνατόν καλύτερα και αποτελεσματική τη διοίκηση.

Ο ίδιος ο Κυβερνήτης σε επιστολή του προς τον πρίγκιπα του Sachsen-Goburg Gotha, Λεοπόλδο, τον παρολίγο πρώτο βασιλιά της Ελλάδος, τονίζει την αναγκαιότητα αυτών των επισκέψεων αφού όπως γράφει ο λαός τον περιβάλλει με εμπιστοσύνη και τούτο οφείλεται «εις την προθυμίαν μεθ’ ης με βλέπει μετέχοντα αυτοπροσώπως των παθημάτων αυτού και ταλαιπωριών, επί μόνω σκοπώ του ανακουφίσαι αυτόν».

Και πράγματι όπως γράφει ο ίδιος στην ύπαιθρο, στις καλύβες, μέσα στο χειμώνα ή μέσα στον καύσωνα, προσέτρεχε κοντά σε ηλικιωμένους και ασθενείς, μιλούσε με τον λαό, αλλά και το στρατό για τα συμφέροντά τους. Έτσι τον γνώρισε ο ελληνικός λαός και έτσι ο Κυβερνήτης προσπαθούσε να εμπνεύσει σε όλους το αίσθημα  του καθήκοντος, της κυβέρνησης και του πολιτισμένου κόσμου.

Περιοδεία στην Κόρινθο

Σε μία τέτοια περιοδεία στις 3 Απριλίου 1827 ο Καποδίστριας με τη συνοδεία του επιβιβάστηκε σε ένα αγγλικό πλοίο που τον μετέφερε στο ανατολικό λιμάνι της Κορίνθου, στο Καλαμάκι. Από κει τράβηξε κατά το κάστρο της Ακροκορίνθου και την τότε πόλη της Κορίνθου.

Στο κάστρο φρούραρχος ήταν ο Νικόλαος Τζαβέλλας ο οποίος υπάκουσε άμεσα στην διαταγή του Κυβερνήτη και παρέδωσε το κάστρο της Ακροκορίνθου σε απόσπασμα τακτικού στρατού. Ο Καποδίστριας εγκαταστάθηκε σε μια σκηνή στην παντέρμη πόλη, όπου όλες οι οικίες είχαν κατεδαφιστεί από τον πόλεμο. Ανέθεσε σε τρεις Κορίνθιους ιερείς την καταγραφή των φτωχών και πεινασμένων κατοίκων, στους οποίους μοιράστηκαν άμεσα βοηθήματα, τροφές και άλλα είδη για να ανακουφίσουν τις κακουχίες τους.

Όπως μεταφέρει ο Νικόλαος Δραγούμης στο βιβλίο του «Ιστορικές αναμνήσεις» ο Κυβερνήτης δέχτηκε όλους τους πολίτες που ήθελαν να του μιλήσουν και τους άκουσε προσεκτικά με θαυμάσια υπομονή. Οι περισσότεροι από αυτούς όντας ποιμένες, εξιστορούσαν στον Καποδίστρια ότι μόνο η φήμη του ονόματός του ήταν αρκετή για να σταματήσουν οι αρπαγές των ποιμνίων!

Ο Καποδίστριας έμεινε όλη τη μέρα στην πόλη της Κορίνθου ακούγοντας προσεκτικά τους κατοίκους της και την επόμενη αναχώρησε για τη Νεμέα, ή όπως ήταν τότε γνωστή, τον Άγιο Γεώργιο.

Συνοδοί του μεταξύ άλλων ήταν ο Κολοκοτρώνης και ο Νικηταράς, αλλά και ο μηχανικός Βούλγαρης, ο Γενικός Γραμματέας της Κυβέρνησης Σπυρίδων Τρικούπης και άλλα υπηρεσιακά στελέχη. Της όλης πομπής προηγούταν ο επικεφαλής των ταχυδρομικών ίππων – ο προϊστάμενος θα λέγαμε σήμερα, του ταχυδρομείου – ο οποίος ήταν ο οδηγός τους, ήταν από την Αρκαδία και ονομαζόταν Καρδαράς.

Έλα όμως που ο επικεφαλής ταχυδρόμος φορούσε στολή χρυσοπόρφυρη και φανταχτερή και ίππευε ένα ψηλό και περήφανο άλογο! Οι χωρικοί θαμπώνονταν και μαθημένοι από τα λούσα και τις πολυτελείς στολές των πασάδων, θεωρούσαν ότι ο κοκκινοφόρος χρυσοπλουμιστός ταχυδρόμος ήταν ο Κυβερνήτης!

Έπεφταν λοιπόν στο έδαφος οι Κορίνθιοι και Νεμεάτες χωρικοί και τον προσκυνούσαν, γιατί δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ήταν δυνατόν αρχηγός έθνους να ιππεύει άλογο ταπεινό, με κατεβασμένο το κεφάλι του, – σαν το γαϊδουράκι που έφερε τον Ιησού στα Ιεροσόλυμα – και να φορά ρούχα απλά, μουντά και συνηθισμένα.

Οι χωρικοί που άκουγαν ότι έρχεται ο κυβερνήτης, έτρεχαν αυθόρμητα να τον προϋπαντήσουν, φωνάζοντας με όλη τους τη δύναμη ζήτω! Κλαίγοντας και κάνοντας το σταυρό τους, άναβαν λιβάνι και θυμίαμα και ευχαριστούσαν το Θεό που τους έσωσε από τη σκλαβιά και την αναρχία. Κι έπειτα συνεπαρμένοι από την πλούσια στολή του ταχυδρόμου Καρδαρά έπεφταν και τον προσκυνούσαν!

Ο Κολοκοτρώνης βλέποντας το παράδοξο που συνέβαινε, σταμάτησε την πομπή και πλησίασε τον Καποδίστρια. Ο Νικόλαος Δραγούμης, παρών σε όλη αυτή την περιοδεία διασώζει τους διαλόγους:

Το πράγμα, υπερεξοχώτατε, είπε ο Γέρος του Μοριά στον Καποδίστρια, δεν πάγει καλά πρέπει ο κόσμος να γνωρίσει τον Κυβερνήτην του.

Και τι θέλεις να κάμω; Ρώτησε ο Καποδίστριας.

Να βάλει η υπερεξοχότης σου την στολήν σου.

Ο Καποδίστριας αντιλαμβανόμενος πόση σημασία είχε για τους ντόπιους, δέχτηκε να αλλάξει ρούχα. Σταμάτησαν λοιπόν σε μια μικρή και σκιερή κοιλάδα και έβαλε την «καλή» στολή του, η οποία ωστόσο παρέμενε λιγότερο πλουμιστή και φανταχτερή ακόμη «και της των δασονόμων της αντιβασιλείας», όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Δραγούμης!

Διανυκτέρευση στη Νεμέα

Πλησιάζοντας τη Νεμέα, ο Καποδίστριας ρώτησε τον Κολοκοτρώνη που θα διανυκτερεύσουν και εκείνος του απάντησε ότι θα μείνουν στο σπίτι του Δεσπότη, εννοώντας τον Αρχιεπίσκοπο (sic) Κορίνθου, Κύριλλο.

Πρέπει να φροντίσω, είπε ο Κυβερνήτης μετά από ολιγόλεπτη σιωπή, να πληρωθούν όλα τα έξοδα.

Ποια έξοδα; Τον ρώτησε ο Κολοκοτρώνης.

Της τροφής μας, της τροφής των αλόγων και καθεξής, απάντησε ο Καποδίστριας.

Και ποιος, υπερεξοχώτατε, πληρώνει τοιαύτα έξοδα; Ρώτησε ο Κολοκοτρώνης με ύφος. Ο Δεσπότης μάλιστα είναι άνθρωπος που αγαπά την καλή βούκαν (sic) και θα έχει πολλά και καλά φαγητά να μας δώσει.

Ο Δραγούμης που ήταν μέλος της συνοδείας του Καποδίστρια και ήταν παρών στο περιστατικό, διασώζει την οργισμένη αντίδραση του Κυβερνήτη:

Δεν τα πληρώνετε εσείς, είπε στον Κολοκοτρώνη και γι’ αυτό παραπονείται εξαιτίας σας ο λαός!

Και τι έχει να κάνει, υπερεξοχώτατε, ο λαός με το φαγητό του Δεσπότου; Ζήτησε να μάθει ο Γέρος του Μοριά.

Τι έχει να κάμει! Φώναξε έξω φρενών ο Καποδίστριας, κοιτάζοντας βλοσυρά τον συνομιλητή του. Αύριο, του είπε, μόλις φύγουμε θα κάνουν έρανο στους χωρικούς για τα έξοδα του Κυβερνήτη και το χειρότερο είναι ότι θα πάρουν διπλά, όπως είστε συνηθισμένοι.

Ο Κολοκοτρώνης γέλασε. Εκείνο το γλυκόπικρο γέλιο του ανθρώπου που ξέρει, έχει παλέψει με το “θεριό” και γνωρίζει καλά ότι γλυτωμό δεν έχει από την αρπαγή και την ιδιοτέλεια.

Ξέρεις πώς το πάει η υπερεξοχότης σου; Ρώτησε τον έξαλλο Καποδίστρια. Μια φορά έπεσε ένας ποντικός μέσα σ’ ένα πιθάρι λάδι και πνίγηκε, είπε. Ο νοικοκύρης τον βρήκε μετά από δυο μέρες και την ώρα που έβγαζε από το πιθάρι η νοικοκυρά του φώναξε: Πρόσεχε μη σταξ’ η ούρα του και βρωμίσει το λάδι.

Δεν εννοώ, του απάντησε ανυπόμονα ο Καποδίστριας, ποια σχέση έχει ο μύθος σου με τα έξοδα του Δεσπότη.

Μεγάλη, υπερεξοχώτατε, απάντησε ο Κολοκοτρώνης. Διότι, είτε πληρώσουμε είτε δεν πληρώσουμε, ο Δεσπότης θα συνάξει τα γρόσια. Τα δικά μας έξοδα είναι το λάδι της ουράς του ποντικού.

Ο Καποδίστριας κατάλαβε, σιώπησε. Έφτασαν στη Νεμέα, κατέλυσαν στο σπίτι του Μητροπολίτη Κορίνθου Κύριλλου, έφαγαν, ήπιαν, ο δεσπότης τους υποδέχθηκε με χαρά και τους περιποιήθηκε. Την άλλη μέρα το πρωί, πριν φύγουν, ο Κυβερνήτης, απαίτησε πλήρη λογαριασμό των εξόδων τους.

Μάταια ο Δεσπότης προσπαθούσε να τον πείσει προσβεβλημένος που ο Κυβερνήτης δεν δεχόταν τη φιλοξενία του. Ο Καποδίστριας επέμενε και τα έξοδα πληρώθηκαν.

Αργότερα στη διαδρομή ρώτησε τον στρατηγό Τσώκρη που ήταν μαζί του, αν πληρώθηκαν όλα τα έξοδα όπως είχε δώσει εντολή.

Μάλιστα, εξοχώτατε, του απάντησε ο στρατηγός, ο οποίος με πίκρα συμπλήρωσε, κι όμως ο Θεός ξέρει ότι μέσα σε μια ώρα θα τα ζητήσουν και με τόκο από τους χωρικούς να τα πληρώσουν…

Αυτή ήταν η Ελλάδα του 1827 κι αυτός ήταν ο Καποδίστριας που την παρέλαβε. Ταπεινός, δίκαιος, τίμιος, αποφασισμένος επιθυμούσε το καλύτερο για το λαό που του μάτωνε την καρδιά με τα βάσανά του. Είχε να αντιπαλέψει το “θεριό” της ιδιοτέλειας, των μικροσυμφερόντων και των τοπικών παραγόντων. Κι απ’ αυτό το “θεριό” ηττήθηκε, έχασε και το τίμημα ήταν η ίδια η ζωή του.

Αλλά μαζί του έχασε και η Ελλάδα τη μοναδική ευκαιρία να αποτινάξει το ραγιαδισμό και το κοτζαμπασιλίκι μια για πάντα. Κι έτσι 189 χρόνια μετά το θάνατο του πρώτου και μοναδικού Κυβερνήτη, η χώρα μας αγωνίζεται ακόμη να ελευθερωθεί από τα δεσμά αυτά και να προσφέρει στους πολίτες της κοινωνική δικαιοσύνη, ισονομία και ελευθερία!

Έρευνα-κείμενα-επιμέλεια: Γιώτα Χρ. Αθανασούλη

Πηγές:

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.