ΑΠΟΨΕΙΣ

Υπόθεση Χ.Α. :Παγίδες και προκλήσεις για το Αντιφασιστικό Μέτωπο

Του Βαγγέλη Μαρινάκη*

Όταν τον Μάϊο του 2012 η Χ. Α. κέρδιζε το 7% των ψήφων και μια θέση στο Κοινοβούλιο οι ερμηνείες της εκλογική της ανόδου ήταν έτοιμες. Ο αγανακτισμένος πολίτης που δεν ήξερε τι ψήφιζε κι η γριούλα που την περνούσαν από την άλλη πλευρά του πεζοδρομίου αποτελούσαν το άλλοθι όσων δεν ήθελαν να μπουν στην ουσία του προβλήματος. Ορισμένοι μίλησαν για συγκυριακό φαινόμενο το οποίο μοιραία θα εξασθενούσε με την πάροδο του χρόνου. Ο αστικός πολιτικός κόσμος αναλώθηκε σε ευφάνταστα νομοσχέδια περί ρατσιστικής βίας την ίδια στιγμή που έχτιζε στρατόπεδα συγκέντρωσης ή αναπαρήγαγε αβασάνιστα την ανιστόρητη θεωρία των δύο άκρων. Αλλά και στους κόλπους της Αριστεράς η σοβαρότητα της κατάστασης υποτιμήθηκε στη λογική ότι απεναντί μας έχουμε ένα επικίνδυνο αλλά περιθωριακό μόρφωμα, ασόβαρο ωστόσο σε σύγκριση με τον ολοκληρωτισμό του παρελθόντος.

Χρειάστηκε ο θάνατος δύο ανθρώπων, του Σαχτζάτ Λουκμάν και του Παύλου Φύσσα και το αίμα εκατοντάδων άλλων ώστε να μας υπενθυμίσει με τον πλέον εμφατικό τρόπο πως ο φασισμός είναι εδώ κι οι δικαιολογίες μας τέλειωσαν. Η κινητοποίηση χιλιάδων πολιτών που ξεχύθηκαν στους δρόμους των πόλεων της χώρας αδυνατώντας να συμβιβαστούν με τον άδικο χαμό ενός νέου ανθρώπου στάθηκε η αφορμή για την αντεπίθεση απέναντι στην φασιστική συμμορία. Ήταν τέτοιας κλίμακας η αντίδραση του λαϊκού παράγοντα που ώθησε το κυβερνητικό επιτελείο σε ριζική αλλαγή τακτικής. Η μέχρι πρότινος ουδετερότητα απέναντι στην φασιστική βία μετατράπηκε εντός ολίγων ωρών σε «εντολή Σαμαρά» για συντριβή των νεοναζί με κάθε δυνατό τρόπο.

Ο χειρισμός της όλης υπόθεσης επιβεβαιώνει την πραγματικότητα μιας πολιτικής ηγεσίας η οποία έχει αποφασίσει να αντιμετωπίζει τα προβλήματα του ελληνικού λαού ως επικοινωνιακού τύπου ασκήσεις μην μπορώντας και μη θέλοντας να δώσει πραγματικές λύσεις. Ο κρατικός μηχανισμός –Δικαιοσύνη και ΕΛ.ΑΣ. – μέσα σε λίγες μέρες βάλθηκε να κάνει τα όσα αυτονόητα δεν έπραττε επί μια τριετία, ενώ τα ΜΜΕ-τα οποία έμμεσα ή άμεσα προέβαλαν την Χ. Α. από γραφική lifestyle περίπτωση έως δυνάμει κυβερνητικό εταίρο-επιφορτίστηκαν με το καθήκον ενός καλού τηλεοπτικού show. Ο σχεδιασμός είχε πολλαπλή στόχευση. Αφ’ενός τον επαναπατρισμό των συντηρητικών ψηφοφόρων οι οποίοι στο πρόσωπο του πρωθυπουργού θα αναγνώριζαν τον δυναμικό ηγέτη που είναι ικανός να τα βάλει με όλους και όλα. Αφ’ετέρου την αλλαγή ατζέντας εν μέσω τρίτου Μνημονίου, νέου πακέτου δημοσιονομικών μέτρων, απολύσεων και της γενικότερης οικονομικής ασφυξίας που επικρατεί στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας. Παράλληλα δινόταν μιας πρώτης τάξεως στους κυβερνώντες μετά από μια «αντιφασιστική» εκστρατεία μιντιακού χαρακτήρα να οργανώσουν το επόμενο στάδιο της στρατηγικής τους. Αφού είχε ξεμπερδέψει με το ένα άκρο η κυβέρνηση θα στρεφόταν τώρα κατά του «άλλου». Όπου άλλο άκρο οι αγώνες του εργατικού κινήματος, της νεολαίας, των υπαλλήλων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η πολιτική δράση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς σε μια λογική συμψηφισμού όσων παλεύουν για ζωή και αξιοπρέπεια κι όσων εκπροσωπούν το σκοτάδι και την μισαλλοδοξία.

Ήδη έχουμε πάρει μια πρώτη γεύση από την προσπάθεια ποινικοποίησης του κινήματος στις Σκουριές, την απαράδεκτη ανακοίνωση στοχοποίησης της συνδυκαλιστικής ένωσης των «Ειδικών Φρουρών» κατά της ΑΝΤ. ΑΡ. ΣΥ. Α. και την τοποθέτηση του πρωθυπουργού κατά την διάρκεια του ταξιδιού στις Η. Π. Α., ο οποίος οριοθετούσε ως ακραία συμπεριφορά την πολιτική θέση περί αποχώρησης από την Ε.Ε. την Ευρωζώνη και το ΝΑΤΟ.
Τι χρειαζόμαστε όμως ξέχωρα απ’τα σχέδια της κυβέρνησης ώστε να νικήσουμε τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού; Ασφαλώς δεν θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η νομική οδός για ευνόητους λόγους. Ωστόσο η κύρια παγίδα που χρειάζεται να αποφύγει το αντιφασιστικό κίνημα θα είναι το στένεμα της πάλης απέναντι μόνο στην Χ. Α. . Πιθανόν εξάλλου να υπάρξει μια αναδιάταξη δυνάμεων στον χώρο της Ακροδεξιάς με σκοπό να παρουσιαστεί ένα λιγότερο τρομακτικό μόρφωμα που θα ταιριάξει με τον αστικό καθωσπρεπισμό. Το σύστημα που τους απέβαλε ως ακραίους ίσως χρειαστεί τις υπηρεσίες αν κορυφωθεί εκ νέου η ταξική πάλη. Η μάχη θα συνεχιστεί με κύριο αντίπαλο την πολιτική ηγεσία της χώρας που θα θελήσει να χρησιμοποιήσει την συγκυρία ώστε να καταστείλει κάθε μορφής εργατική και λαϊκή διεκδίκηση στο όνομα της νομιμότητας και της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας.

Αυτή θα είναι η πρόκληση των επόμενων μηνών για τους χιλιάδες που ένωσαν τη φωνή τους στους δρόμους κόντρα στον φασισμό τις προηγούμενες μέρες. Να μην αφήσουν τον αγώνα στη μέση έχοντας την ψευδαίσθηση πως το φασιστικό φαινόμενο μετράει αντίστροφα, ούτε να σταματήσουν την δράση τους στην συντριβή της Χ. Α. και μόνο. Ας μην λησμονούμε πως οι προηγούμενες κυβερνήσεις όπως και η σημερινή έθρεψαν το τέρας, με τις πολιτικές της εξαθλίωσης και της κοινωνικής καταστροφής που με τόση επιμέλεια εφήρμοσαν. Ας μην ξεχνάμε πως μιλάμε για την ίδια κυβέρνηση της οποίας ο Υπουργός Προστασία του Πολίτη είχε στο συρτάρι του τριάντα δύο φακέλους σχετικά με την δράση της νεοναζιστικής συμμορίας και περίμενε να πεθάνει κάποιος για να δείξει τον απαιτούμενο ζήλο. Πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση η οποία συντηρεί στρατόπεδα συγκέντρωσης φυλακίζοντας αθώους ανθρώπους για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα κάτω από εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης ενώ ταυτόχρονα επενδύει πάνω στην δυστυχία τους χτίζοντας μια ολόκληρη βιομηχανία προς όφελος επιχειρηματικών συμφερόντων. Πρόκειται για την ίδια ομάδα ανθρώπων που μας πουλάει πατριδοφροσύνη ενώ αναιρεί την βασική ουσία του πατριωτισμού, που είναι η αγάπη για τους ανθρώπους ενός τόπου κι η έγνοια για τις ανάγκες του. Είναι όσοι ξεστομίζουν πύρινους λόγους κατά της βίας-γενικά και αόριστα- ενώ καταδικάζουν χιλιάδες συμπολίτες μας στην βία της ανεργίας.

Η προφυλάκιση των μελών της Χ. Α. ήταν μια νίκη του αντιφασιστικού κινήματος θα μείνει μισή όμως αν δεν αποτελέσει τον κρίκο ενός αγώνα ενάντια στις γενεσιουργές αιτίες του φασισμού. Κι αυτές παρά τα ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά καταλήγουν στην συστημική ροπή στην εκμετάλλευση, τον αχαλίνωτο ατομικισμό, το κέρδος σαν επίκεντρο της κοινωνικής ζωής. Ο αγώνας συνεχίζεται έως το γκρέμισμα των τειχών της ντροπής, την ανατροπή της πολιτικής που θρέφει και αναπαράγει τον φασισμό ως πολιτική έκφραση. Καιρός να τελείωνουμε με τον φασισμό σε όλες του τις εκφάνσεις, οικονομικό, πολιτειακό, κοινωνικό. Αυτή τη μάχη δεν επιτρέπεται να την χάσουμε.

* Ο κ. Βαγγέλης Μαρινάκης είναι απόφοιτος του τμήματος Π. Δ. Ε. του Τ. Ε. Ι. Πειραιά και αρθρογραφεί για το blog Πολίτης

Κατηγορίες:ΑΠΟΨΕΙΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.