Ο Κορίνθιος πρώην Γεν. Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και νυν Ομότιμος Καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών εξηγεί για τους κινδύνους της επισιτιστικής κρίσης και τονίζει την ανάγκη της ενίσχυσης καλλιεργειών στις οποίες η χώρα μας είναι ελλειμματική
Άκρως αποκαλυπτικός, για τις επιπτώσεις που θα προκληθούν στο διατροφικό σύστημα της χώρας μας, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία ήταν ο Ομότιμος Καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής & Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, Χαράλαμπος Κασίμης.
Για τις συνέπειες στο διατροφικό σύστημα της χώρας μας, αλλά και για τα μέτρα που πρέπει να παρθούν άμεσα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, μίλησε στο emeaGR, καθώς θεωρείται ένας από τους καλύτερους ειδικούς σε θέματα του πρωτογενούς τομέα της χώρας μας.
Μάλιστα, τόνισε με έμφαση ότι «ακόμα και αύριο να έληγε ο πόλεμος οι διαταραχές που έχουν προκληθεί στο παγκόσμιο διατροφικό σύστημα δεν θα αποκατασταθούν εύκολα και γρήγορα. Μόνο ο πόλεμος «πρόσθεσε άλλα 13 εκατ. περίπου στα 800 εκατ. που βρίσκονται σε κατάσταση πείνας».
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι η χώρα μας προκειμένου να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κρίση στα τρόφιμα, θα πρέπει να αναπροσαρμόσει την πολιτική της, με στόχο την ενίσχυση καλλιεργειών στις οποίες είμαστε ελλειμματικοί.
emeaGR: Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει «βαλτώσει», με αποτέλεσμα εκτός των άλλων δεινών, να επιτείνεται και η επισιτιστική κρίση. Θεωρείτε ότι βρισκόμαστε στην αρχή τραγικών εξελίξεων;
Χ. Κασίμης: Όλα δείχνουν ότι ακόμα και αύριο να έληγε ο πόλεμος οι διαταραχές που έχουν προκληθεί στο παγκόσμιο διατροφικό σύστημα δεν θα αποκατασταθούν εύκολα και γρήγορα. Πρέπει να σημειωθεί ότι πέραν του γεγονότος ότι Ουκρανία και Ρωσία αποτελούν σημαντικούς παραγωγούς και εξαγωγείς βασικών διατροφικών προϊόντων όπως το σιτάρι, το ηλιέλαιο, το καλαμπόκι κ.α. (14% της παγκόσμιας παραγωγής σταριού, 32% του κριθαριού, 75% ηλιέλαιου), αποτελούν και σημαντικούς παραγωγούς και εξαγωγείς λιπασμάτων (η Ρωσία μόνο κατέχει το 13% της παγκόσμιας αγοράς, η δε Ευρώπη εισάγει το 30% των αναγκών της από την Ρωσία).
Πρέπει να επισημανθεί, επίσης, ότι οι διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι ελλείψεις σε τρόφιμα είχαν προηγηθεί της ουκρανικής κρίσης. Μεταξύ 2019 και αρχών του 2022 οι τιμές των σιτηρών είχαν ανέβει κατά 48% και των λιπασμάτων κατά 35%. Η πανδημία, η κλιματική αλλαγή και η ενεργειακή κρίση είχαν παίξει καθοριστικό ρόλο σε αυτό.
emeaGR: Η επισιτιστική κρίση θα επεκταθεί σε όλο τον κόσμο;
Χ. Κασίμης: Έχει ήδη επεκταθεί. Οι τιμές των αγροτικών εφοδίων έχουν εκτιναχθεί, (142% αύξηση στα λιπάσματα σε ένα χρόνο, 86% στην ενέργεια, στις ζωοτροφές κοκ), το κόστος διατροφής επίσης, κατά 25% περίπου μόνο το 2021, ενώ η φτώχεια και η πείνα διευρύνονται παγκοσμίως αφού εκτιμάται ότι μόνο ο πόλεμος πρόσθεσε άλλα 13 εκατ. περίπου στα 800 εκατ. που βρίσκονται σε κατάσταση πείνας. Ήδη στις χώρες της Βόρειας Αφρικής και σε άλλες αραβικές και ασιατικές χώρες που είναι εξαρτημένες από τις εισαγωγές σιτηρών το πρόβλημα έχει οξυνθεί και προκαλεί κοινωνικές αναταράξεις. Θα οδηγήσει δε σε νέα κύματα μετανάστευσης προς την Ευρώπη. Στην Αφρική το 77% του πληθυσμού είναι κάτω των 35 ετών, το 1/3 της παραγωγής χάνεται λόγω ξηρασίας, οι άνθρωποι λιμοκτονούν. Τι θα κάνουν;
emeaGR: Πως θα πρέπει να αντιδράσει, καταρχήν η Ευρώπη, για να προστατευθεί;
Χ. Κασίμης: Η Ευρώπη νομίζω δεν είχε εκτιμήσει τις συνέπειες των εξελίξεων αυτών και των κυρώσεων που επέβαλε. Ήδη διαφαίνονται τα προβλήματα στην αγορά, οι ελλείψεις και η εκτίναξη των τιμών είναι πλέον γεγονός. Κάποιες χώρες είχαν προνοήσει και ενισχύσει τα αποθέματά τους με αφορμή τις αυξανόμενες τιμές της ενέργειας πέρυσι, άλλες είναι ούτως ή άλλως πλεονασματικές. Πολλά θα εξαρτηθούν και από την διάρκεια της κρίσης. Η Ευρώπη πρέπει αφενός να στηρίξει τους γεωργούς της συμβάλλοντας στην μείωση του κόστους παραγωγής τους και αφετέρου να κάνει ενέργειες αναπλήρωσης των ελλειμμάτων της είτε καλύπτοντας τις ανάγκες της από άλλες αγορές είτε παίρνοντας μέτρα πολιτικής που θα επιτρέψουν την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεών της με σιτηρά και κτηνοτροφικά φυτά για να καλύψει ανάγκες σε ζωοτροφές.
Από την άλλη επιπτώσεις υπάρχουν και για τις εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων της ΕΕ στην Ρωσία. Η αξία των εξαγωγών της προς την Ρωσία ήταν τετραπλάσια αυτής των εισαγωγών. Χάνονται με άλλα λόγια αγορές και για την ίδια την Ευρώπη.
emeaGR: Ποιες κινήσεις επιβάλλεται να κάνει η χώρα μας και ποιες μπορεί να κάνει σε σύντομο χρονικό διάστημα προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα;
Χ. Κασίμης: Έχω την εντύπωση ότι ακόμα δεν έχουμε εικόνα των αποθεμάτων και των αναγκών μας. Εξάλλου, κάτι τέτοιο δηλώνει και η απόφαση της κυβέρνησης να καταγραφούν άμεσα τα αποθέματα βασικών προϊόντων διατροφής, λιπάσματα και ζωοτροφές.
Πρέπει αφενός να καλύψουμε τις ανάγκες μας και να αυξήσουμε τα αποθέματά μας (κάτι που ακόμα και αν επιτευχθεί θα γίνει με υψηλό κόστος-ο ανταγωνισμός στις διεθνείς αγορές είναι ήδη μεγάλος και οι τιμές υψηλές) και αφετέρου να δώσουμε κίνητρα για να αυξηθούν οι καλλιέργειες στα ελλειμματικά προϊόντα όπως το μαλακό σιτάρι και το καλαμπόκι, με την σύμφωνη απόφαση της ΕΕ.
Αυτά βραχυπρόθεσμα, γιατί μεσομακροπρόθεσμα θα πρέπει να επανεξετάσουμε την αγροτική μας πολιτική και τις προτεραιότητές μας.
emeaGR: Σε ποιες αλλαγές στον πρωτογενή τομέα οδηγεί ο πόλεμος τόσο την Ελλάδα όσο και την Ε.Ε.;
Χ. Κασίμης: Πρέπει να αναπροσανατολίσουμε την πολιτική μας με στόχο την ενίσχυση καλλιεργειών στις οποίες είμαστε ελλειμματικοί. Προφανώς δεν θα γίνουμε αυτάρκεις αλλά θα περιορίσουμε την εξάρτησή μας. Το ίδιο ισχύει και για την Ευρώπη.
Παράλληλα θα πρέπει να ενισχύσουμε τοπικά παραγωγικά συστήματα με υψηλές διακλαδικές συνδέσεις, χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και υψηλή προστιθέμενη αξία.
Τέλος, στην ατζέντα της ευρωπαϊκής αγροτικής πολιτικής βρίσκεται η Πράσινη Συμφωνία και οι στρατηγικές για την Βιοποικιλότητα και «από το χωράφι στο πιάτο» που στοχεύουν, μεταξύ άλλων, στην μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, της χρήσης των λιπασμάτων, των φυτοφαρμάκων, στην κυκλική οικονομία και στην μείωση της σπατάλης τροφίμων με παράλληλη ενίσχυση της ψηφιοποίησης της γεωργίας. Ούτως ή άλλως, κατά την γνώμη μου, οι εξελίξεις τόσο της ενεργειακής κρίσης όσο και του πολέμου θα μας αναγκάσουν να ξανασυζητήσουμε σε νέα βάση την κατάσταση του αγροδιατροφικού μας συστήματος.
emeaGR: Η Ελλάδα μπορεί να καλύψει μόνη τις ανάγκες της σε βασικά προϊόντα, όπως το σιτάρι;
Χ. Κασίμης: Όπως είναι τα πράγματα, όχι. Παράγουμε μόνο το 10% των αναγκών μας σε μαλακό σιτάρι και εισάγουμε το υπόλοιπο. Μάλιστα το 30% περίπου το εισάγουμε από Ουκρανία και Ρωσία. Πρέπει όμως να στοχεύσουμε στην μείωση των ελλειμμάτων μας. Δεν υπάρχει χώρα που εξασφαλίζει το 100% των αναγκών της με ιδιοπαραγωγή. Ζούμε μια παγκόσμια αγροδιατροφική αλληλεξάρτηση. Ο βαθμός αυτάρκειας διαφοροποιείται όμως από προϊόν σε προϊόν και από χώρα σε χώρα.
emeaGR: Ποια προϊόντα αναμένεται να «εξαφανιστούν» πρώτα από τα ράφια των σούπερ μάρκετ;
Χ. Κασίμης: Εκτιμώ ελλείψεις θα εμφανιστούν στο αλεύρι, ηλιέλαιο, φυτικά έλαια, αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από την διάρκεια του πολέμου και τα μέτρα που θα ληφθούν για την αντιμετώπιση της κρίσης. Αναμφισβήτητα θα συνεχιστεί το ράλι των αυξήσεων στις τιμές. Ήδη ο πληθωρισμός έφτασε στο 7,2% τον Φεβρουάριο και αναμένεται να είναι ακόμα πιο αυξημένος τον Μάρτιο. Θα εξαρτηθεί και από τα αποτελέσματα της καταγραφής των αποθεμάτων μας.
emeaGR: Ας υποθέσουμε ότι ανακοινώνεται εκεχειρία στην Ουκρανία σε ένα μήνα, ποιο θα είναι το χρονικό διάστημα για την αποκατάσταση της τροφοδοσίας των χωρών της Ε.Ε. με βασικά προϊόντα, όπως το σιτάρι;
Χ. Κασίμης: Εξαρτάται από το αν θα επανέλθει στις αγορές η Ουκρανία, εάν έχει ακόμα αποθέματα και αν θα προλάβει να εκμεταλλευτεί αυτή την καλλιεργητική περίοδο. Θυμίζω ότι η ΕΕ εισάγει το 20% των αναγκών της σε μαλακό σιτάρι από την Ουκρανία, όπως και το 25% του ηλιέλαιου και το 50% του καλαμποκιού. Όπως και να έχει πάντως, μόνο το τέλος του πολέμου μπορεί να μας κάνει πιο αισιόδοξους.