ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Πανούτσος Νοταράς: Ο “Νέστορας” της Ελληνικής Επανάστασης και των Ελλήνων πολιτικών

Ο γηραιός πολιτικός, γόνος της ιστορικής οικογένειας των Νοταραίων, γεννήθηκε σαν σήμερα, 31 Μαρτίου 1740 στα Τρίκαλα Κορινθίας

«Η οικογένεια των Νοταραίων είναι μία εκ των επισημοτέρων της Πελοποννήσου, διά την παλαιότητα και τη λαμπρότητα της καταγωγής της. Ο δε Πανούτσος υπήρξε πάντοτε πληρεξούσιος και Πρόεδρος των Εθνοσυνελεύσεων». Με αυτόν τον τρόπο αναφέρεται στον «Νέστορα» της Ελληνικής Επανάστασης, Πανούτσο Νοταρά, ο Φώτιος Χρυσανθακόπουλος ή Φωτάκος, ο γνωστός υπασπιστής του Κολοκοτρώνη. Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφεται και η οικογένεια και ο ίδιος ο Πανούτσος Νοταράς υπογραμμίζει το μεγάλο κύρος που είχε και τον σεβασμό που απολάμβανε ο γηραιός πολιτικός που οδήγησε από θέσεις κλειδιά το νεοελληνικό κράτος στα πρώτα του βήματα.

Μέλος, λοιπόν, της γνωστής οικογένειας δημογερόντων της Κορινθίας, ο Πανούτσος Νοταράς γεννήθηκε στα Τρίκαλα Κορινθίας το 1752, κατά την πιθανότερη εκδοχή, ή το 1740. Ήταν γιος του προκρίτου Σπυρίδωνα Νοταρά, ενός από τους πιο καλλιεργημένους προεστούς της περιόδου του 18ου και του 19ου αιώνα.

Τα πρώτα γράμματα έλαβε στην ιδιαίτερη πατρίδα του και, μολονότι δεν ακολούθησε συστηματικές σπουδές, απέκτησε σημαντική κλασική παιδεία. Για δάσκαλο ο πατέρας του, αρχικά του έφερε τον Μεσολογγίτη λόγιο Γρηγόριο Καρβούνη, ενώ αργότερα ο Πανούτσος έφυγε για να σπουδάσει στην Ιταλία. Λόγοι υγείας όμως τον ανάγκασαν να επιστρέψει πολύ σύντομα στα Τρίκαλα. Σκέφτηκε λοιπόν ότι αφού δε γινόταν να πάει αυτός στο εξωτερικό να σπουδάζει να φέρει το εξωτερικό στα Τρίκαλα. Έτσι, αγόρασε ότι βιβλίο υπήρχε και έτσι είχε τη μεγαλύτερη και καλύτερη βιβλιοθήκη του Μοριά.

Νέος ακόμη, πρωταγωνίστησε στα Ορλοφικά, ενώ αργότερα μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία (5 Νοεμβρίου 1818) από τον Γεώργιο Καλαρά. Λόγω, όμως, του χαρακτήρα του και της κοινωνικής του θέσης, έδειξε επιφυλακτικότητα για την έναρξη του Αγώνα και δήλωσε ότι τότε μόνον θα συναινούσε, αν η Ρωσία συντασσόταν επίσημα με την Επανάσταση. Ωστόσο, μετά τις πρώτες θεαματικές επιτυχίες των Ελλήνων και την άφιξη του Δημητρίου Υψηλάντη στην Πελοπόννησο, οι αντιρρήσεις του κάμφθηκαν τον Ιούλιο του 1821. Στο μεταξύ, τον Απρίλιο του 1821, οι Οθωμανοί είχαν εκτελέσει τον αδελφό του Ανδρίκο.

Κατά την Α’ Εθνοσυνέλευση, που συνήλθε στην Επίδαυρο το Δεκέμβριο του 1821, εξελέγη πληρεξούσιος και μετείχε στη δωδεκαμελή επιτροπή σύνταξης του πρώτου συντάγματος. Διετέλεσε μέλος του Εκτελεστικού της επαναστατικής διοίκησης και ανέλαβε τη διεύθυνση των οικονομικών υποθέσεων από τον Ιανουάριο του 1822 έως τον Απρίλιο του 1823. Κατά τη θητεία του στο αξίωμα αυτό υπέγραψε έντοκα γραμμάτια, που αποτέλεσαν ένα πρώτο είδος ελληνικού χαρτονομίσματος.

Κατά τη λεγόμενη τρίτη βουλευτική περίοδο (11 Οκτωβρίου 1824 – 6 Απριλίου 1826) εκλέχθηκε επίσημα πρόεδρος του Βουλευτικού, το οποίο έδρευε στο Ναύπλιο και έπαιζε σκιώδη και δευτερεύοντα ρόλο.

Αν και αρχικά είχε αντιταχθεί στον ανιψιό του Ιωάννη Νοταρά και είχε προσεγγίσει την παράταξη των στρατιωτικών και τον Κολοκοτρώνη, τελικά συμμετείχε στον εμφύλιο πόλεμο στο πλευρό της παράταξης του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου ενάντια στην παράταξη των στρατιωτικών. Ο ανιψιός του Ιωάννης πολιόρκησε τους οπλαρχηγούς που είχαν κλειστεί στο κάστρο του Ακροκορίνθου, όμως εκείνος ήταν που κατάφερε να το καταλάβει το Μάρτιο του 1824.

Επέδειξε, ωστόσο, μετριοπάθεια και διαλλακτικότητα, όπως προκύπτει και από έγγραφα που έστειλε ως πρόεδρος του Βουλευτικού στο Εκτελεστικό το 1824 και το 1825, επιδιώκοντας να παρεμποδίσει τη θέσπιση μέτρων ενάντια στους αντιπάλους και προτείνοντας μέτρα για τον τερματισμό του εμφυλίου ή την αμνήστευση των εμπλεκομένων σε αυτόν.

Όταν, ύστερα από καθυστερήσεις αρκετών μηνών, πραγματοποιήθηκε η έναρξη των εργασιών της Γ’ Εθνοσυνέλευσης στην Επίδαυρο με συμμετοχή 127 αντιπροσώπων, τον Απρίλιο του 1826, ο Νοταράς ήταν ακόμη πρόεδρος του Βουλευτικού. Στη συνέχεια εξελέγη για δεύτερη φορά πρόεδρος Εθνοσυνέλευσης, για ένα σύντομο χρονικό διάστημα μόλις 10 ημερών (6-16 Απρι­λίου) μέχρι τη διακοπή της. Λίγους μήνες αργότερα καθαιρέθηκε από το αξίωμα, επειδή είχε υποστηρίξει τον ανιψιό του Ιωάννη σε τοπικές ταραχές. Ωστόσο, η καθαίρεση αυτή δεν τον εμπόδισε να προσφέρει ένα σεβαστό ποσό (10.0000 γρόσια) από την προσωπική του περιουσία για να ενισχύσει την Επανάσταση, που βρισκόταν σε κρίσιμη φάση.

Η Γ’ Εθνοσυνέλευση διέκοψε τις εργασίες της 10 μέρες μετά την έναρξή τους, εξαιτίας της πτώσης της πόλης του Μεσολογγίου. Στο διάστημα αυτό, εκλέχθηκε πρόεδρος της επιτροπής η οποία λειτουργούσε ως σύνδεσμος της Εθνοσυνέλευσης με το Εκτελεστικό (την κυβέρνηση). Με την ιδιότητα του προέδρου αυτής της επιτροπής εξέδωσε από την Αίγινα προκήρυξη στις 16 Μαρτίου 1827, με την οποία καλούσε τους πληρεξουσίους της Εθνοσυνέλευσης να συνέλθουν στην Τροιζήνα προκειμένου να ολοκληρώσουν τις εργασίες της. Στη συνέχεια αποσύρθηκε από τα κοινά για δύο χρόνια.

Πρόεδρος της Βουλής

Μετά την άφιξη του Ιωάννη Καποδίστρια διορίστηκε από τον Κυβερνήτη πρώτος πρόεδρος του Εφετείου Ναυπλίου. Ο Καποδίστριας τον είχε ορίσει επίσης μέλος του συμβουλευτικού του οργάνου, του Πανελληνίου, υπεύθυνο για οικονομικά θέματα, χωρίς όμως να απασχοληθεί ενεργά σε αυτό.

Αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1831 διετέλεσε πρόεδρος στην Δ΄ κατ’ επανάληψιν Εθνοσυνέλευση, ενώ λίγους μήνες αργότερα συμμετείχε στην Δ΄ κατά συνέχειαν Εθνοσυνέλευση (Ιούλιος 1832), η οποία, επίσης, τον εξέλεξε παμψηφεί πρόεδρο.

Κατά την Α’ εν Αθήναις Εθνοσυνέλευση (8 Νοεμβρίου 1843 – 18 Μαρτί­ου 1844), που συγκλήθηκε μετά την εξέγερση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και την αλλαγή του πολιτεύματος που ακολούθησε, ο Νοταράς εξελέγη πρόεδρος, προσωρινός στις 8 Νοεμβρίου 1843 και οριστικός λίγες μέρες αργότερα, στις 19 Νοεμβρίου. Στην εκλογή του συνέβαλε καθοριστικά ο σεβασμός που ενέπνεε η ηλικία του, αφού όλοι τον θεωρούσαν «Νέστορα των Ελλήνων πολιτικών». Ήταν 91 ετών, ενώ κατά άλλους υπερέβαινε τα 103 ή 109 έτη. Στην πραγματικότητα, έπαιξε το ρόλο ενός κατά κάποιον τρόπο «επιτίμου προέδρου», εφόσον τα προεδρικά του καθήκοντα τα άσκησαν οι κατά πολύ νεότεροί του αντιπρόεδροι Ανδρέας Μεταξάς, Αλέξανδρος Μαυρο­κορδάτος, Ιωάννης Κωλέττης και Ανδρέας Λόντος. Κατά τη λήξη των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης του 1843 ο Όθωνας απένειμε στον Πανούτσο Νοταρά τον Μεγαλόσταυρο, ενώ λίγους μήνες αργότερα διορίστηκε γερουσιαστής (16 Ιουνίου 1844), χωρίς ωστόσο να συμμετάσχει στις εργασίες του Σώματος. Απεβίωσε στα Τρίκαλα Κορινθίας στις 18 Ιανουαρίου 1849 και του αποδόθηκαν τιμές από τη Βουλή και τη Γερουσία.

Πηγές:

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.