Ποιος ήταν ο θρυλικός Σουλιώτης οπλαρχηγός που χάθηκε στο Κεφαλόβρυσο Ευρυτανίας – Το ταξίδι του στην Κόρινθο, η συνάντηση με τον Κολοκοτρώνη και οι τελευταίες οικογενειακές στιγμές του στην πρωτεύουσα της Κορινθίας – Τι σχέση έχει με τη συνοικία «Μποτσαρέικα» στο Βέλο
Ο Μάρκος Μπότσαρης είναι ίσως ο μοναδικός Έλληνας οπλαρχηγός που για την Ευρώπη και την Αμερική αποτελεί ακόμη και σήμερα μία θρυλική προσωπικότητα, για την οποία γράφτηκαν όπερες, ποιήματα, του αφιερώθηκαν πλατείες, σταθμοί μετρό και τελευταία μια χολιγουντιανή ταινία “χτίστηκε” πάνω του. Φαίνεται ότι γενικά η προσωπικότητά του αυτό το περίφημο μείγμα γενναιότητας, σεμνότητας, σύνεσης, ανθρωπιάς και πατριωτισμού συγκινεί βαθιά ακόμη και σήμερα όλους όσοι τον γνωρίζουν από τα κείμενα και τα αφιερώματα που τον σκιαγραφούν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι, πριν από 4 χρόνια, το 2016, στην εφημερίδα μας δημοσιεύσαμε ένα αφιέρωμα για τον «Αετό του Σουλίου», το οποίο είχε επιμεληθεί ένας νεαρός θαυμαστής του, ένας μαθητής της Ε΄ Δημοτικού τότε, ο Γιάννης Χρ. Βαλασόπουλος. Μέχρι σήμερα, το άρθρο διαβάζεται ανελλιπώς και είναι ένα από πιο πολυδιαβασμένα άρθρα της ηλεκτρονικής έκδοσης της εφημερίδας μας με πάνω από 93.200 μοναδικές προβολές!
Αναδημοσιεύουμε λοιπόν, το άρθρο εκείνο, που σκιαγραφεί με τον καλύτερο τρόπο τον μεγάλο ήρωα και στο τέλος, προσθέτουμε μια επιπλέον ενότητα, που αφορά το ταξίδι του Μάρκου Μπότσαρη στην Κόρινθο το 1822 για να ανταλλάξει τα χαρέμια του Χουρσίτ με την οικογένειά του, τη συνάντηση με τον Κολοκοτρώνη, αλλά και τις λίγες, τελευταίες της ζωής του, οικογενειακές στιγμές που έζησε στην Κόρινθο με τα παιδιά και τη γυναίκα του.
Ο «αετός του Σουλίου» που συγκινεί ακόμη και σήμερα τη Δύση με το θάνατό του
9 Αυγούστου 1823. Μετά την αποτυχία του Ομέρ Βρυώνη να κατακτήσει το Μεσολόγγι, ο σουλτάνος στέλνει τον Μουσταή πασά της Σκόδρας με πολυάριθμο και καλά οργανωμένο στρατό να καταστρέψει το Μεσολόγγι. Με το που κυκλοφορεί το νέο στη δυτική Ρούμελη, όλοι οι καπεταναίοι πανικοβάλλονται! Μόνο δύο οπλαρχηγοί με λιγοστά παλικάρια είναι πρόθυμοι να τον σταματήσουν. Όμως, στην επίθεσή τους στο Κεφαλόβρυσο, ο ένας σκοτώνεται: Ο θρυλικός αετός του Σουλίου, ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ.
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του

Ο Μάρκος Μπότσαρης γεννήθηκε το Μάρτη του 1790. Το 1803 εγκατέλειψε το Σούλι μαζί με τον πατέρα του και τα αδέλφια του. Πήγαν στο Σέλτσο και μετά στην Πάργα κυνηγημένοι από τους Αρβανίτες του Αλή Πασά. Στη συνέχεια πέρασαν στην Κέρκυρα όπου κατατάχθηκαν στα ρωσικά σώματα στρατού. Αργότερα όμως ήρθαν οι Γάλλοι και ο πατέρας του Μάρκου, Κίτσος Μπότσαρης, έγινε ταγματάρχης, μαζί με τον Φώτο Τζαβέλα. Ο Μάρκος πήρε το βαθμό του υποαξιωματικού και έκανε οικογένεια.
Το ελληνοαλβανικό λεξικό

Σε ηλικία 19 χρονών, ο Μάρκος Μπότσαρης, με όσες γνώσεις είχε, κατάφερε κι έφτιαξε ένα ελληνοαλβανικό λεξικό. Το λεξικό περιείχε 682 σελίδες και το ονόμασε «Λεξικόν Δίγλωσσον της Ρωμαίικης και της αρβανίτικης απλής».
Το χειρόγραφο αφιερώθηκε στον Πούκεβιλ, που του ζήτησε να το γράψει και σήμερα βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη στο Παρίσι. Είναι γραμμένο με ελληνικά γράμματα και ο Γιοχαλάς λέει ότι το πιθανότερο είναι να έγραφε ο Μπότσαρης τις λέξεις στα ελληνικά και ο πατέρας του ή ο θείος του να του έλεγαν την αντίστοιχη λέξη στα αρβανίτικα.
Συμμαχία με τον Αλή Πασά
Αργότερα, όταν οι Γάλλοι ήθελαν να επιτεθούν στους Ρώσους οι Σουλιώτες δεν ήθελαν να συμμετάσχουν και μετακόμισαν στο Βουργαρέλι της Άρτας. Εκεί δολοφονήθηκε ο Κίτσος Μπότσαρης. Λίγο καιρό μετά ο Μάρκος ανταμώθηκε με τον Καραϊσκάκη, ο οποίος τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία.
Εκείνη την εποχή ο Αλή Πασάς πολιορκήθηκε από τα σουλτανικά στρατεύματα. Ο Μπότσαρης ήρθε σε συνεννόηση μαζί του για να τον βοηθήσει. Η συμφωνία έλεγε ότι ως αντάλλαγμα θα έπαιρνε πίσω το Σούλι. Παρά τις επιθέσεις των σουλτανικών στρατευμάτων του Χουρσήτ Πασά ο Μπότσαρης κατάφερε να κρατήσει το Σούλι μέχρι την καταστροφή στη μάχη του Πέτα τον Ιούλιο του 1822.

Επανάσταση
Με το που ξεσπάει η επανάσταση το 1821, ο Μάρκος απελευθερώνει πολλές περιοχές γύρω (Κλεισούρα, Παραμυθιά, Δερβίζανα κ.α.) χτυπώντας τα ασκέρια του Χουρσήτ. Κατόπιν, κατεβαίνει στο Μεσολόγγι να ζητήσει βοήθεια από τους οπλαρχηγούς της Ρούμελης. Εκεί τον πείθει ο Μαυροκορδάτος να συμμετέχει στη μάχη του Πέτα. Η μεγάλη ήττα των ελληνικών και φιλελληνικών στρατευμάτων από τον Ρεσήτ πασά Κιουταχή καταστρέφει και το Σούλι. Ο Μπότσαρης με 30 άνδρες διαφεύγει στο Μεσολόγγι. Τον Οκτώβρη του 1822 η ιερή πόλη πολιορκείται για πρώτη φορά από τον Ομέρ Βρυώνη και το Κιουταχή με 11 .000 άνδρες.
Στρατηγός

Ο Μπότσαρης τότε, μαζί με τον Μαυροκορδάτο, προχώρησε σε διαπραγματεύσεις, τάχα για την παράδοση του Μεσολογγίου. Ο σκοπός του όμως στην πραγματικότητα ήταν να δώσει χρόνο στα σώματα που είχε καλέσει από τη Πελοπόννησο για βοήθεια και να οχυρώσει καλύτερα την πόλη. Ανήμερα τα Χριστούγεννα νικάει τους Τούρκους και τους διώχνει.
Η ελληνική διοίκηση τον ανταμείβει και τον κάνει Στρατηγό. Το δίπλωμα της στρατηγείας όμως δημιουργεί ζήλιες από τους άλλους καπεταναίους. Τότε ο Μάρκος, μπροστά τους, σκίζει το δίπλωμα και τους λέει: «Να μονιάσουμε χρειάζεται, τα χαρτιά δεν μας βοηθάνε! Όποιος είναι άξιος να πάρει το δίπλωμα, να το πάρει μεθαύριο στο πόλεμο!».
Ο Σουλτάνος που θέλει οπωσδήποτε το Μεσολόγγι, στέλνει τον Μουσταή πασά με 20.000 μισθοφόρους και οι Έλληνες ακούγοντάς το, πανικοβάλλονται. Ο Μάρκος καλεί σε βοήθεια τους καπεταναίους, αλλά μόνο ένας εμφανίζεται πρόθυμος να τον βοηθήσει: Ο θρυλικός Σουλιώτης οπλαρχηγός Κίτσος Τζαβέλλας. Έτσι στις 8 Αυγούστου, με 1.200 Σουλιώτες, αποφασίζουν να χτυπήσουν τη εμπροσθοφυλακή του Μουσταή (τέσσερις χιλιάδες Αλβανοί, κυρίως ιππείς) στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου.
Ο θάνατος του ήρωα

Τη νύχτα της επίθεσης 8 προς 9 Αυγούστου το φεγγάρι είναι κρυμμένο πίσω από τα σύννεφα. Οι Σουλιώτες κινούνται αθόρυβα και μέσα στο σκοτάδι χτυπούν αλύπητα το στρατό του Μουσταή, που αιφνιδιάζεται. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης ο Μάρκος αιχμαλωτίζει τον Άγο Βάσιαρη και τον Σεφέρ Πασά. Πάνω στη μάχη τραυματίζεται στη δεξιά βουβώνα. Συνεχίζει όμως και επιτίθεται στη φρουρά του Μουσταή.

Η φρουρά αυτή αποτελούταν από 300 Μιρδίτες, δηλαδή Αλβανούς από την Μιρδιτιά, που ήταν καθολικοί Χριστιανοί(γνωστοί ως <<Λατίνοι>>). Κατά τη διάρκεια της μάχης ο Μάρκος πηδά πάνω από έναν μαντρότοιχο που είχαν χτίσει οι Τούρκοι. Το φεγγάρι όμως που βγαίνει από τα σύννεφα εκείνη την ώρα τον αποκαλύπτει. Κι όπως λέει το δημοτικό τραγούδι: «Ένας Λατίνος το σκυλί, χέρ’ που να του πέσει, πικρό τουφέκι έριξεν στου Μάρκου το κεφάλι». Το βόλι τον αφήνει νεκρό. Ο αετός του Σουλίου δεν υπάρχει πια.

Το πτώμα του μεταφέρεται μακριά από τη μάχη και στη συνέχεια στο Μεσολόγγι. Στη διαδρομή σταματούν για λίγο στη Μονή Προυσού, όπου βρίσκεται ο Καραϊσκάκης άρρωστος. Αυτός τον ασπάζεται και λέει: «Άμποτε ήρωα Μάρκο, κι εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω». Στο Μεσολόγγι ενταφιάζεται με τιμές. Καθώς τον θάβουν ρίχνουν 33 κανονιές, όσα και τα χρόνια του.

Συγκίνηση σε Ευρώπη και Αμερική
Ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε το ποίημα «Εις Μάρκο Μπότσαρη», στο οποίο παρομοιάζει την κηδεία του ήρωα με αυτή του Έκτορα στην Ιλιάδα.

Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη συγκίνησε τους φιλέλληνες σε Ευρώπη και Αμερική. Ποιήματα αφιερωμένα σ’ αυτόν έγραψαν ο αμερικανός ποιητής Φιτζγκρίν Χάλεκ με τίτλο «Marco Bozzaris», ο ελβετός ποιητής και δημοσιογράφος Ζιστ Ολιβιέ με τίτλο «Marcos Botzaris au mont Aracynthe» και ο γάλλος συγγραφέας Βίκτωρ Ουγκώ στη συλλογή ποιημάτων του «Les Orientales». Το 1858 ο ζακυνθινός συνθέτης Παύλος Καρρέρ παρουσίασε την όπερα «Μάρκος Μπότσαρης».


Το γαλλικό κράτος τίμησε το 1911 τον Μάρκο Μπότσαρη, δίνοντας σ’ έναν από τους σταθμούς του παρισινού μετρό τ’ όνομά του («Botzaris»), το οποίο υπάρχει έως σήμερα. Επίσης, στο Στρασβούργο υπάρχει πλατεία που έχει το όνομά του: «Square Markos Botzaris».
11 Αυγούστου 2016 – Γιάννης Χρ. Βαλασόπουλος, μαθητής Ε΄ Δημοτικού
______________________
Οι μέρες του Μπότσαρη στην Κόρινθο
Αρχές Απριλίου του 1822 ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Χρήστος Παλάσκας και άλλοι οπλαρχηγοί της Ηπείρου και της Στερεάς Ελλάδας φθάνουν στην Κόρινθο όπου έχει την έδρα της η Διοίκηση για έναν πολύ σημαντικό λόγο.
Οι οικογένειές τους από τον Δεκέμβριο του 1820 είναι όμηροι πρώτα του Αλή Πασά και στη συνέχεια του Χουρσίτ Πασά. Ο Χουρσίτ Πασάς διοικητής της Τριπολιτσάς, άρχοντας του Μοριά, είχε διαταχθεί από το Σουλτάνο να καταστείλει την επανάσταση του Αλή Πασά στην Ήπειρο, τον Ιανουάριο του 1821. Ο Χουρσίτ, που έφυγε την καταλληλότερη ώρα για να δώσει έδαφος στην Ελληνική Επανάσταση, κατάφερε ένα χρόνο αργότερα να βγάλει από τη μέση τον Αλή Πασά, αποκεφαλίζοντάς τον, στο παλάτι του στο νησί των Ιωαννίνων. Στην κατοχή του λοιπόν ήρθαν όλοι οι όμηροι του Αλή, μεταξύ αυτών και οι προαναφερθείσες οικογένειες των Ελλήνων οπλαρχηγών.
Ωστόσο, το όποιο πλεονέκτημα του Χουρσίτ είχε εξανεμιστεί γιατί εν τω μεταξύ από τον Σεπτέμβριο του 1821 η Τριπολιτσά είχε πέσει στα χέρια των Ελλήνων, οι οποίοι κρατούσαν ομήρους τα χαρέμια του και την οικογένειά του. Έτσι, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση, η επιλεγόμενη Διοίκηση, είχε αρχίσει διαπραγματεύσεις με τον πασά για την ανταλλαγή των χαρεμιών του.

Ο Μπότσαρης και οι Έλληνες οπλαρχηγοί ήρθαν λοιπόν, στην Κόρινθο τον Απρίλιο του 1822, για να πιέσουν την Ελληνική Κυβέρνηση να συμπεριλάβει στις διαπραγματεύσεις και την ανταλλαγή των οικογενειών τους. Δεν ξέρουμε πόσο καιρό έμεινε ο Μάρκος στην Κόρινθο.
Σίγουρα όμως συναντήθηκε με τον Κολοκοτρώνη, όπως ο ίδιος ο Γέρος του Μοριά, γράφει στα απομνημονεύματά του. «Εις την Κόρινθο αντάμωσα τον Μάρκο Μπότσαρη, ο οποίος επρόσμενε εκεί δια την αλλαγήν της φαμηλιάς του· αυτός μου είπε να υπάγω εις την Δυτικήν Ελλάδα και να με κάμουν αρχηγόν όλων των στρατευμάτων, εγώ του έκαμα ταις ίδιαις παρατηρήσεις, επρόβαλα εις την Κυβέρνησιν να υπάγη ο Μαυροκορδάτος οπού ήτον τότε πρόεδρος του εκτελεστικού, να πάρη 1000 τακτικούς Φιλέλληνας και να υπάγη εις την Δυτικήν Ελλάδα».
Ο Μάρκος Μπότσαρης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ήταν αδελφοποιητοί, είχαν συνδεθεί δηλαδή μεταξύ τους, με την εθιμική τελετή ανταλλαγή αίματος, ως αδέλφια. Η φιλία τους ήταν δυνατή και παρότι στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης δεν πολέμησαν ποτέ πλάι-πλάι εκτιμούσαν και αγαπούσαν πολύ ο ένας τον άλλον.
Σ’ αυτή τη συνάντησή τους στην Κόρινθο, σύμφωνα με τον Σπηλιάδη ο Γέρος του Μοριά απάντησε στον Αετό του Σουλίου όταν τον κάλεσε να πάει στη Δυτική Ελλάδα, ότι «μη υπαρχούσης της Πελοποννήσου, δεν θα υπάρξει κανένα άλλο μέρος της Ελλάδας». Οι δύο άνδρες χωρίστηκαν στην Κόρινθο και αντάμωσαν κατόπιν στις αρχές Ιουνίου του 1822 όταν ο Μάρκος πέρασε με τον Μαυροκορδάτο και τους στρατιώτες του από την Πάτρα, όπου πολιορκούσε τους Τούρκους ο Γέρος του Μοριά. Ήταν μάλλον η τελευταία συνάντησή τους…
Η απελευθέρωση της οικογένειας του Μπότσαρη
Από τα τέλη του Φεβρουαρίου 1822 η ελληνική Διοίκηση στα έγγραφά της προς τους μεσολαβητές της διαπραγμάτευσης για την ανταλλαγή των αιχμαλώτων αναφέρεται με σαφήνεια στην οικογένεια του Μπότσαρη. «Όσον δια την οικογένειαν του κ. Μάρκου Μπότσαρη», λέει το έγγραφο του μινίστρου των Εξωτερικών Θ. Νέγρη στις 27 Φεβρουαρίου 1822 από την Κόρινθο, «η Διοίκησις κρίνει εύλογον να σταλεί εις Κόρινθον μετά των λοιπών, και επίτηδες διαλαμβάνω περί αυτού, δια να γίνει αυτόθεν, κατ’ αυτόν τον τρόπο η αποστολή αυτής».
Η οικογένεια όμως του Μάρκου είχε περιέλθει στα χέρια του πασά της Δράμας, του Δράμαλη, που ετοιμαζόταν να εκστρατεύσει εναντίον της Πελοποννήσου και βρίσκεται στο Ζητούνι (Λαμία). Ο Χουρσίτ έστειλε απεσταλμένους του στη Λαμία και ζήτησε την οικογένεια του Σουλιώτη οπλαρχηγού, ο Δράμαλης, όμως, αρνήθηκε να την παραδώσει! Ο πασάς της Τρίπολης, από τα Γιάννενα όπου βρισκόταν, θυμωμένος, γιατί θεωρούσε την οικογένεια αυτή μεγάλο διαπραγματευτικό χαρτί για να πάρει πίσω τη δική του οικογένεια, έστειλε στράτευμα και την απέσπασε με τη βία!
Εν τέλει στις 5 Μαΐου 1822 η οικογένεια του Μάρκου, η γυναίκα του Χρυσούλα και τα τέσσερα παιδιά του (Δημήτρης, Αναστασία, Βασιλική και Κατερίνα) επιβιβάστηκαν, με τη μεσολάβηση του Άγγλου Προξένου, σε αγγλικό πλοίο, το οποίο τους μετέφερε στην Κόρινθο.

Εκεί θα έζησαν περίπου έναν μήνα όλοι μαζί, ως οικογένεια, τις τελευταίες οικογενειακές στιγμές τους. Ο Μάρκος αρχές Ιουνίου του 1822 είχε ξεκινήσει ήδη για το Πέτα μαζί με τον Μαυροκορδάτο και μετά τη συντριπτική ήττα που γνώρισαν εκεί, γύρισε πίσω και φρόντισε να διώξει την οικογένειά του από την μπαρουτοκαπνισμένη Ελλάδα. Στις 27 Ιουλίου 1822 κράτησε για τελευταία φορά στην αγκαλιά του, τα παιδιά και τη γυναίκα του. Αμέσως μετά τους επιβίβασε σε παπικό πλοίο και τους έστειλε στην Αγκώνα της Ιταλίας για να τους ασφαλίσει. Εκεί η οικογένεια του Μπότσαρη τέθηκε υπό την προστασία της αδελφής του μοναχής Μακαρίας (ή θείας Μάρως) και του Μητροπολίτη Ιγνατίου.
Δεν τον ξαναείδαν ποτέ…
__________________________
Η προίκα στο Βέλο
Ο Δημήτριος Μπότσαρης ο μοναδικός γιος του Μάρκου, ακολούθησε στρατιωτική καριέρα και σπούδασε στο Μόναχο υπό την προστασία του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννη Καποδίστρια με τον οποίον η οικογένεια διατηρούσε στενή φιλική σχέση. Ο Δημήτριος νυμφεύθηκε την Χαρίκλεια Δεληγιάννη, κόρη του Νικόλαου Δεληγιάννη και της Αικατερίνης Νοταρά, κόρης της περίφημης κορινθιακής οικογένειας των Νοταραίων.
Ο πατέρας της Χαρίκλειας καταγόταν από τα Λαγκάδια, ήταν γιος του πανίσχυρου Μωραγιάννη και αδελφός του Κανέλλου, αλλά από ό,τι φαίνεται από τις πηγές έζησε στην Κορινθία, καθώς ήταν δήμαρχος Κορίνθου. Ο δε αδελφός της Χαρίκλειας, Ιωάννης Δεληγιάννης, επί σειρά ετών, διετέλεσε βουλευτής Κορινθίας, αλλά και πρόεδρος της ελληνικής βουλής.
Όταν ο Δημήτριος παντρεύτηκε τη Χαρίκλεια, μεταξύ της προίκας που πήρε από τον πεθερό του ήταν και ένα τμήμα της δυτικής Βόχας, στο χωριό Βέλο. Ένα κομμάτι γης που αρκετοί παλιοί το θυμούνται περιφραγμένο και όλοι σχεδόν το γνωρίζουν ακόμη και σήμερα με την ονομασία «Μποτσαρέικα»!
…Και ταινία στο Χόλυγουντ
Πριν από δύο περίπου χρόνια στις κινηματογραφικές αίθουσες έκανε πρεμιέρα η ταινία «Cliffs of Freedom» η οποία στο σενάριό της αντλεί πολλά στοιχεία από τη ζωή και τη δράση του Μάρκου Μπότσαρη, με αρκετές βέβαια, ιστορικές αυθαιρεσίες!

Έρευνα – Κείμενα – Επιμέλεια: Γιάννης Χρ. Βαλασόπουλος, Γιώτα Χρ. Αθανασούλη
Πηγές:
- Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Απομνημονεύματα
- Ν. Σπηλιάδης, Απομνημονεύματα
- Χρ. Περραιβός, Πολεμικά απομνημονεύματα
- Ελληνική Βουλή, Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας
Κατηγορίες:ΙΣΤΟΡΙΚΑ, ΜΙΑ ΜΕΡΑ, ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ